Δευτέρα 2 Απριλίου 2018

Οι νέες δομές και η αξιολόγηση στην υπηρεσία της συρρίκνωσης, της πειθάρχησης και της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου σχολείου

Αγωνιστικές Παρεμβάσεις Συσπειρώσεις Κινήσεις ΔΕ

Η κυβέρνηση κατέθεσε το σχέδιο νόμου για τις Δομές την επιλογή στελεχών και την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού.
Ο υπουργός παιδείας ανακοίνωσε με τυμπανοκρουσίες ότι με αυτό το νομοσχέδιο καταργεί το ΠΔ152 που αφορά την ατομική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού της τάξης. Όμως, αντίθετα απ’ όσα διακηρύσσει, υλοποιεί τα προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης του 3ου μνημονίου για την εκπαίδευση. ΟΟΣΑ, ΔΝΤ, ΕΕ και ΣΕΒ επιτάσσουν και η κυβέρνηση εξακολουθεί να νομοθετεί στην κατεύθυνση της πειθάρχησης, της περαιτέρω συρρίκνωσης και εντέλει της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου σχολείου.
Το νομοσχέδιο αυτό είναι μια ακόμη ψηφίδα από τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που είτε έχει εξαγγείλει είτε έχει ψηφίσει το Υπουργείο Παιδείας αυτή τη σχολική χρονιά, όπως  το Νέο Λύκειο,  η μαθητεία,  οι νέες καταργήσεις-συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων με κριτήρια, το νέο πλαίσιο εγγραφών και μετεγγραφών στα σχολεία σε τμήματα που έχουν κεντρικά αποφασιστεί, με κατεύθυνση τη συγχώνευση και κατάργηση τμημάτων, οι μη παρακολουθούντες στα ΕΠΑΛ, οι ενοποιήσεις ειδικοτήτων, η μέχρι τώρα επιμονή να μη διορίζει μόνιμους εκπαιδευτικούς.
Οι Νέες Δομές
Οι νέες δομές που ανακοίνωσε το Υπουργείο Παιδείας,  είναι δομές ασφυκτικού ελέγχου, επιτήρησης, αξιολόγησης, αποκέντρωσης, γραφειοκρατίας,  περικοπών και απόδοσης της ευθύνης λειτουργίας του σχολείου στους εκπαιδευτικούς. 
Δημιουργεί στην περιφέρεια τα ΠΕ.Κ.Ε.Σ., που θα έχουν ρόλο «μικρών υπουργείων παιδείας»,  θα συγκεντρώνουν πλήθος αρμοδιοτήτων και θα παίζουν καθοριστικό ρόλο στη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής εξειδικευμένης σε επίπεδο περιφέρειας.
Αυτός ο σχεδιασμός «απαντά στην ανάγκη για δημιουργία ενός περισσότερο αποκεντρωμένου εκπαιδευτικού συστήματος που να επιτρέπει και να επιδιώκει τη «διαφοροποίηση» με την έννοια της ανταπόκρισης στην ετερογένεια των αναγκών και των ενδιαφερόντων όλων των μαθητών» σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο του Υπουργείου Παιδείας. Απομένει μόνο η υπουργική απόφαση του άρθρου 18 για να φανεί καθαρά ότι υλοποιείται η αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος που «επαγγέλονταν»  οι υπουργοί Παιδείας  όλων των κυβερνήσεων απ’ την δεκαετία του 1990 και αποτελεί στρατηγικό στόχο του ΟΟΣΑ της ΕΕ και του ΣΕΒ.
Τα ΠΕ.Κ.Ε.Σ. εφαρμόζουν τις εκπαιδευτικές πολιτικές της κυβέρνησης σε επίπεδο περιφέρειας, προωθούν τις νόρμες προγραμματισμού του εκπαιδευτικού έργου στα σχολεία και  αποτελούν τα βασικά όργανα αξιολόγησης των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών.
Με τη δημιουργία των ΚΕΣΥ, το Υπουργείο καταργεί και συγχωνεύει τα ΚΕΔΔΥ, τα Σ.Σ.Ν., τα ΚΕ.ΣΥ.Π. και τα ΓΡΑ.Σ.Ε.Π., διαλύοντας στην ουσία τη βοήθεια που προσέφεραν σε γονείς και εκπαιδευτικούς, αφού η νέα δομή θα λειτουργεί με πολύ μικρότερο ειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό υποστήριξης.    
Ιδιαίτερα η ρευστοποίηση των ΚΕΔΔΥ μέσω των ΚΕΣΥ, οδηγεί στη διάλυση των δομών για τη ειδική αγωγή. Στα ΚΕΣΥ εξαφανίζεται εντελώς η λειτουργία της διάγνωσης.  Καταργείται  το εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό που μέχρι τώρα προβλεπόταν στις πενταμελείς επιτροπές διάγνωσης των ΚΕΔΔΥ.  Το βάρος ρίχνεται μόνο στη συμβουλευτική υποστήριξη.  Παράλληλα η ευθύνη για την ένταξη μαθητών με ειδικές ανάγκες μεταφέρεται από το κράτος στους εκπαιδευτικούς των σχολείων, μέσω επιτροπών των συλλόγων εκπαιδευτικών, που μπορεί να μην έχουν καν τη γνώση χειρισμού τέτοιων περιπτώσεων.
Η κυβέρνηση υιοθετεί την αντίληψη περί  «λειτουργικότητας της αναπηρίας» που υποστηρίζει η ΕΕ και η παγκόσμια Τράπεζα, ακυρώνοντας με αυτό τον τρόπο τις ανάγκες που προκύπτουν από τη φύση και τη βαρύτητα της αναπηρίας. Το κράτος «απελευθερώνεται» από τις ευθύνες του απέναντι στους αναπήρους και η ιδιωτική πρωτοβουλία αναλαμβάνει  να επεκτείνει την κερδοφορία της από τα πεδία απόσυρσης του κράτους. 
Ίδια λογική συγχώνευσης και εξοικονόμησης προσωπικού αποτελούν τα ΚΕΑ που συγχωνεύουν τις δομές της Περιβαλλοντολογικής εκπαίδευσης, Υγείας και Πολιτισμού.
Ταυτόχρονα οι Ομάδες Σχολείων  οδηγούν σε ένα πλαίσιο όπου θα επικρατεί η κινητικότητα τμημάτων (Ομάδων Προσανατολισμού, Κατευθύνσεων στα ΓΕΛ, Τομέων και Ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ κλπ) και κατ’ επέκταση κινητικότητα μαθητών και εκπαιδευτικών στην κατεύθυνση ελαχιστοποίησης του αριθμού των τμημάτων των σχολείων, της λειτουργίας των τμημάτων με τον μέγιστο αριθμό μαθητών, με στόχο την εξοικονόμηση εκπαιδευτικών και των λειτουργικών αναγκών των σχολείων. 
Η επιλογή στελεχών
Σχετικά με την επιλογή των στελεχών, το σχέδιο νόμου είναι αντιγραφή του νόμου Διαμαντοπούλου ως προς τα κριτήρια  και ως την ποσοστιαία βαρύτητα τους για την επιλογή, μόνο που τώρα προστίθεται το ακόμη αντιδραστικότερο μέτρο της αξιολόγησης από προϊσταμένους και υφισταμένους, στο πλαίσιο της Γεροβασίλη.
Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας
Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού αποτελούν το βασικό «εργαλείο» για την κατηγοριοποίηση του σχολείου. Ένα σχολείο που θα προσπαθεί να επιβιώσει με ευθύνη των εκπαιδευτικών του, που θα λειτουργεί αυτόνομα με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Οι διακηρύξεις για τη δημιουργία  ενός σχολείου με διοικητική και οικονομική αυτονομία και  αξιολόγηση παντού, αναφέρονται στα κείμενα της κυβέρνησης, της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και όλων των πολιτικών κομμάτων που διαγκωνίζονται για την κυβερνητική εξουσία. Αδιάψευστος μάρτυρας η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας το 2013. Ένα απ’ τα βασικά κριτήρια «αυτοαξιολόγησης» της σχολικής μονάδας τότε ήταν η εξεύρεση πρόσθετων πόρων για τη λειτουργία της. Η προϋπόθεση αυτή επαναλαμβάνεται και στα κείμενα του σημερινού υπουργού Παιδείας, στις τοποθετήσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και των άλλων κομμάτων που διαγκωνίζονται για την κυβερνητική εξουσία.
Ο  «συλλογικός προγραμματισμός και ανατροφοδοτική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων» όπως ευρηματικά  ονομάζει την αξιολόγηση το Υπουργείο Παιδείας στο σχέδιο νόμου, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση μια εσωτερική διαδικασία του σχολείου. Είναι αξιολόγηση της σχολικής μονάδας απ’ την κυβέρνηση με βασικό επίδικο ο «λογαριασμός» να πληρώνεται κάθε φορά απ’ τους εκπαιδευτικούς και το σχολείο. 
Η κυβέρνηση με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, αποφασίζει για τους στόχους και το περιεχόμενο της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων. Η Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε., ο κεντρικός φορέας εξωτερικής αξιολόγησης και το ΙΕΠ  διαμορφώνουν, οργανώνουν, εξειδικεύουν και  τυποποιούν τους θεματικούς άξονες, τα σχετικά κριτήρια και τους δείκτες της αξιολόγησης των σχολείων.
Ο σύλλογος διδασκόντων – υπό τον έλεγχο των ΠΕΚΕΣ – συνεδριάζει για τον «προγραμματισμό του εκπαιδευτικού έργου» του σχολείου και την αποτίμησή του με βάση αυτούς τους θεματικούς άξονες τα κριτήρια και τους δείκτες, αφού προηγηθεί συνεδρίαση του Σχολικού Συμβουλίου του σχολείου. Η διοίκηση του σχολείου μέσω του Σχολικού Συμβουλίου αποκτά περιφερειακή διάσταση, όπου  ο Δήμος και η τοπική κοινωνία θα έχουν λόγο στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά  και στα οικονομικά βάρη των σχολείων μέσω δημοτικών φόρων, χορηγών κλπ. Η προοπτική  αυτή  αποτελεί βασική κατεύθυνση του ΣΕΒ που προτείνει «αύξηση της εμπλοκής των τοπικών αρχών, με ανάληψη και μέρους της ευθύνης χρηματοδότησης».
Οι αξιολογικές εκθέσεις κατατίθενται στα ΠΕ.Κ.Ε.Σ., ομαδοποιούνται και τα αποτελέσματα προωθούνται  στο ΙΕΠ. Τα αποτελέσματα αυτά καταχωρίζονται σε βάση δεδομένων που αναπτύσσει η Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε. ως μέρος ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης.
Η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων προκύπτει αβίαστα απ’ το ποσοστό υλοποίησης (που μπορεί εύκολα να πάρει τη μορφή του αριθμητικού προσδιορισμού)  των κριτηρίων και των στόχων που έχουν τεθεί στη σχολική μονάδα μέσα απ’ όλη τη αυτή τη σύνθετη διαδικασία προγραμματισμού. Μέσα στα πλαίσια της «αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου» μπορούν εύκολα να  ενταχθούν  και οι επιδόσεις των μαθητών, που σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ αποτελούν βασικό δείκτη αξιολόγησης  της σχολικής μονάδας αν προκύπτουν με «αντικειμενικό» τρόπο εξετάσεων, όπως πχ το σύστημα εξετάσεων του νέου Γενικού Λυκείου που προτείνει το Υπουργείο Παιδείας για την απόκτηση του εθνικού απολυτηρίου και του βαθμού πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών 
Η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αποτελεί βασικό εργαλείο λογοδοσίας και πειθάρχησης στο νέο σύστημα αξιολόγησης της κυβέρνησης, παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις του Γαβρόγλου.
Με μια πρώτη ματιά φαίνεται ότι η ατομική αξιολόγηση αφορά μόνο αυτούς τους εκπαιδευτικούς που επιθυμούν να καταλάβουν θέση ευθύνης απ’ τη θέση του υποδιευθυντή και υπευθύνων τομέα των ΕΚ και πάνω. 
Όμως εκτός απ’ την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού που κατέχει θέση ευθύνης ή που επιθυμεί να καταλάβει θέση ευθύνης, απ’ τον  άμεσα διοικητικό του προϊσταμένου και τον αντίστοιχο συντονιστή εκπαίδευσης , το σχέδιο νόμου προβλέπει κάθε χρόνο διαδικασία αξιολόγησης των στελεχών της εκπαίδευσης από την βάση προς την κορυφή. Προβλέπει συγκεκριμένα «…Στην αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης λαμβάνεται υπόψη και η αξιολόγηση του μόνιμου προσωπικού που υπάγεται στα στελέχη αυτά…» . Δηλαδή ο απλός εκπαιδευτικός αξιολογεί τον υποδιευθυντή και τον διευθυντή της σχολικής μονάδας, οι διευθυντές σχολείων αξιολογούν τους διευθυντές εκπαίδευσης κ.ο.κ.. Είναι περισσότερο από σαφές ότι η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αφορά όλους ανεξαιρέτως τους εκπαιδευτικούς αφού όλοι συμμετέχουν σ’ αυτήν. Οι εκπαιδευτικοί ως  αξιολογητές των προϊσταμένων τους, έως ότου σε ύστερο χρόνο να έλθει και η σειρά τους, αφού έχουν εμπεδώσει τη διαδικασία και έχουν συνειδητοποιήσει ότι αφού αυτοί μπορούν να αξιολογούν πρέπει και να αξιολογούνται.
Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών έχει προφανείς στόχους.
  • Επιδιώκεται η κατηγοριοποίηση του δημόσιου σχολείου, η αυτόνομη λειτουργία του και  η ιδιωτικοποίησή του.
  • Θα λειτουργήσει ως βασικός μοχλός πειθαναγκασμού και πειθάρχησης  για να εξαλείψει τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών  
  • Η αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών θα επιφέρει την κατακόρυφη αύξηση του εργασιακού  ωραρίου των εκπαιδευτικών, αφού δεν θα επαρκούν ούτε οι 30 ώρες παρουσίας των εκπαιδευτικών στα σχολεία.  Αυτό θα συμβεί λόγω της απίστευτης αύξησης  της  γραφειοκρατίας και των  διαδικασιών  που προβλέπει το σύστημα μέσω των συνεχών και αλλεπάλληλων συνεδριάσεων των ομάδων εκπαιδευτικών, ομάδων όμορων σχολείων, σχολικού συμβουλίου,   συλλόγου διδασκόντων, καθώς και η σύνταξη εκθέσεων.
  • Η καθολική εφαρμογή της ατομικής αξιολόγησης,  που είναι θέμα χρόνου να εφαρμοστεί αν δεν ανατραπεί αυτό που κατατέθηκε με το σχέδιο νόμου, θα επιφέρει την σύνδεση της με την μισθολογική επιβράδυνση ή εξέλιξη, όπως προβλέπει για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους το νέο μισθολόγιο (άρθρο 12 του Ν.4354/2015).
Είναι καθαρό ότι αυτή η κυβέρνηση κάνει μια ακόμη προσπάθεια, όπως όλες οι προηγούμενες τα προηγούμενα  30 περίπου χρόνια, να εφαρμόσει μια απ’ τις βασικότερες αναδιαρθρώσεις που αποδιαρθρώνει συθέμελα το χαρακτήρα του δημόσιου σχολείου: την αξιολόγηση του σχολείου και του εκπαιδευτικού. Την αξιολόγηση ως εργαλείο πειθάρχησης των εκπαιδευτικών  αλλά και ως βασικό εργαλείο κατηγοριοποίησης του ίδιου του σχολείου. Η οικονομική ολιγαρχία και οι «θεσμοί» έχουν θέσει ως προμετωπίδα των στόχων τους αυτήν ακριβώς την αναδιάρθρωση. Οι προσπάθειές τους - απ’ την αρχή της δεκαετίας του 90 - είναι πολλές, με σταθμούς τη μεταρρύθμιση Αρσένη, τους νόμους της Διαμαντοπούλου και του Αρβανιτόπουλου. Το 2013 το εκπαιδευτικό κίνημα αντιστάθηκε με αυταπάρνηση στην προσπάθεια εφαρμογής της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και της κατηγοριοποίησής της. Χιλιάδες εκπαιδευτικοί και σχολεία σ’ όλη την Ελλάδα δεν συμμορφώθηκαν  και αρνήθηκαν να μπουν σε ομάδες αξιολόγησης και να συμπληρώσουν φόρμες και αριθμητικούς προσδιορισμούς κριτηρίων. Αυτή τη μεγάλη κατάκτηση του εκπαιδευτικού κινήματος, εμείς δεν τη χαρίζουμε σε κανέναν. Και προπαντός δεν τη χαρίζουμε στη σημερινή κυβέρνηση. Με τον ίδιο τρόπο θα απαντήσουμε και τώρα. Το Δημόσιο σχολείο δεν το χαρίζουμε σ’ όλους αυτούς που θέλουν να το μετατρέψουν σε εταιρία παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών και σε κέντρο οικονομικής κερδοφορίας.
Χαιρετίζουμε όλους όσους τα προηγούμενα χρόνια έδωσαν  τη μάχη με αυταπάρνηση, χωρίς να υπολογίσουν κανένα κόστος  με στόχο την ακύρωση της αξιολόγησης, ενάντια σε λογικές κομματικών και μικροπαραταξιακών σκοπιμοτήτων. Τους καλούμε και τώρα να ξαναδώσουμε μαζί  το παρόν στο νέο μεγάλο προσκλητήριο. 
Από αυτή τη σκοπιά και με αυτές τις αντιλήψεις στεκόμαστε απέναντι στο νομοσχέδιο για τις υποστηρικτικές δομές, από αυτή τη σκοπιά συνεχίζουμε να αντιπαλεύουμε σταθερά την προώθηση της αξιολόγησης υπερασπιζόμενοι την παιδαγωγική ελευθερία και δημοκρατία στο σχολείο, το σχολείο των όλων, των ίσων και των διαφορετικών.
Απαιτούμε άμεση απόσυρση του νομοσχεδίου απ’ την κυβέρνηση και άμεση κατάργηση όλων των νόμων (εσωτερική, εξωτερική αξιολόγηση σχολείου και εκπαιδευτικών)  που αξιολογούν - κατηγοριοποιούν το σχολείο και χειραγωγούν τους εκπαιδευτικούς.
Καλούμε το ΔΣ της ΟΛΜΕ να πάρει άμεσα απόφαση για απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών από κάθε διαδικασία αξιολόγησης σύμφωνα με τις αποφάσεις του κλάδου στο 15ο και 16ο συνέδριο.