Καταλαβαίνω ότι η κυρία αυτή ένιωσε την ανάγκη να διορθώσει την φίλη της, Μαρία, επειδή θεωρούσε ότι αυτός είναι ένας πιο ευγενικός και κομψός τρόπος για να αναφερθεί κανείς σε ένα άτομο με ειδικές ανάγκες. Κατανοώ ότι μπορεί να ένιωσε άβολα ή αμήχανα και να σκέφτηκε ότι αυτός ο χαρακτηρισμός αρμόζει περισσότερο σε κάποιον που έχει ειδικές ανάγκες.
Ναι, ειδικές ανάγκες και θα επιμείνω σε αυτό. Θυμάμαι έντονα μία εποχή, λίγα χρόνια πριν που ήταν σχεδόν αγένεια να πεις την φράση «ειδικές ανάγκες» και είχε αντικατασταθεί από το «ειδικές ικανότητες» ή «ειδικές δεξιότητες».
Κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν θέλει να ακούσει ότι είναι ξεχωριστός ή ιδιαίτερος. Ούτε κάποιος άνθρωπος με ειδικές ανάγκες, ούτε και η οικογένειά τους. Αυτό που θέλει περισσότερο από όλα είναι να μην διαφέρει καθόλου από όλους τους υπόλοιπους, να μην ξεχωρίζει με κανέναν τρόπο. Αυτό σημαίνει να μπορεί να κάνει όλα όσα μπορούμε να κάνουμε εμείς οι υπόλοιποι. Να μπορεί να κινείται στον δρόμο, χωρίς να του βάζει κανείς εμπόδια, να πηγαίνει σχολείο και να σπουδάζει. Να έχει ίδια δικαιώματα στην εκπαίδευση και στην δημόσια υγεία. Να μπορεί να χρησιμοποιεί τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, να μπορεί να πηγαίνει στο θέατρο ή σινεμά, να επισκέπτεται μουσεία και εκθεσιακούς χώρους και να μπορεί να πάει στην παραλία. Δηλαδή, πράγματα που κάνουμε όλοι μας.
Φυσικά, δεν υπάρχει κανένας νόμος που να απαγορεύει σε άτομα με ειδικές ανάγκες να κάνουν τα παραπάνω, αλλά η πραγματικότητα είναι μία εντελώς διαφορετική υπόθεση.
Η πραγματικότητα είναι ότι κωφοί χρειάζονται διερμηνέα για να πηγαίνουν στο νοσοκομείο, όταν δεν μπορεί να τους συνοδεύσει κάποιος ακούων. Διερμηνέα για να παρακολουθούν θεατρικές παραστάσεις και μαθήματα στο πανεπιστήμιο. Τα άτομα με κινητικά προβλήματα, χρειάζονται να μένουν ανοιχτές οι θέσεις αναπήρων. Θέλουν να πουν το «ναι» οι άνθρωποι ώστε να μπουν ράμπες στις παραλίες για να μπορούν να μπαίνουν στην θάλασσα με το αναπηρικό αμαξίδιο. Παρένθεση: πάω στοίχημα ότι πολλοί από εκείνοι που ζήτησαν να αφαιρεθεί η ράμπα στην παραλία της Νέας Μάκρης είναι αυτοί που αποκαλούν τους ανθρώπους αυτούς ως «άτομα με ειδικές ικανότητες». Κλείνει η παρένθεση. Οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης θέλουν να μπορούν να περπατήσουν με το μπαστούνι τους στο πεζοδρόμιο χωρίς να πέφτουν πάνω σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα και δέντρα και να μπορούν να μπουν παντού με τον σκύλο-οδηγό που έχουν.
Ο καθένας από τους παραπάνω ανθρώπους θα προτιμούσε χίλιες φορές να τον αποκαλέσουν «άτομο με ειδικές ανάγκες» και τίποτε άλλο αν μπορούσε να έχει όλα τα παραπάνω. Ίσως με αυτόν τον τρόπο θα δείχναμε ως κοινωνία ότι πραγματικά αναγνωρίζουμε τη διαφορετικότητά τους και τις ανάγκες τους και θα είχαμε ως στόχο όχι να τους παρηγορήσουμε, αλλά να δώσουμε πραγματικές λύσεις στις καθημερινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.
Ίσως, έτσι, θα μπορέσουμε να τους δώσουμε την ευκαιρία, καλύπτοντας τις ανάγκες τους, παρέχοντάς τους όλα όσα εμείς θεωρούμε αυτονόητα, την εκπαίδευση, την κίνηση στην πόλη, τον πολιτισμό, την υγεία, να αναδείξουν τις πραγματικές μοναδικές τους δεξιότητες.