Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Θέσεις Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α για το σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου.



ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ(Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α)
Βερανζέρου 14, 5ος όρ. Τ.Κ.10432, Αθήνα,  tel: 6974714206,  e-mail: poseepea@yahoo.gr
                                             
                                             Αθήνα  19/11/2012
                                               Α.Π: 170
                      Πρός: - Υπουργό ΠΑΙ.Θ.Π.Α κο Αρβανιτόπουλο
                             
                  Κοιν: -  Υφυπουργό ΠΑΙ.Θ.Π.Α κο Παπαθεοδώρου
               - Γενικό Γραμματέα ΠΑΙ.Θ.Π.Α κο Κυριαζή                
                              -Ειδικό ΓραμματέαΠΑΙ.Θ.Π.Α κο Γκλαβά
                              - Δντή Ειδικής Αγωγής κο Λολίτσα



Θέμα: « Θέσεις Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α για το σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου»


Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

όσον αφορά στην πρόταση της ομάδας εργασίας του ΥΠΑΙΘΠΑ, «για ένα σύστημα αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου (δομών, εκπαιδευτικού υλικού, διαδικασιών και ανθρώπινου δυναμικού)», επισημαίνουμε, κατ’ αρχάς, ότι δεν πρόκειται για ένα πρόχειρο έργο. Στην πρόταση αυτή, διακρίνεται μια σοβαρή προσπάθεια άμβλυνσης των σημείων τριβής και πρόληψης των αντιρρήσεων από τους ενδιαφερόμενους και ανάδειξης της διαδικασίας της αξιολόγησης, ως εργαλείου «βελτίωσης, ισότητας και δικαιοσύνης».

 Αλλά «ομιλεί» η επιτροπή για βελτίωση "της ποιότητας" της εκπαίδευσης και "του παρεχόμενου έργου", τη στιγμή που οι προσλήψεις στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι ελάχιστες και οι δαπάνες για την παιδεία κάθε χρόνο περικόπτονται δραματικά με αποτέλεσμα την οικονομική ασφυξία των σχολικών μονάδων, τις συγχωνεύσεις, τις καταργήσεις, την υπολειτουργία των υποστηρικτικών δομών της εκπαίδευσης. Τη στιγμή που ο προγραμματισμός αυτού του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου,  εκ των προτέρων είναι γνωστό πως ουσιαστικά δεν θα υπάρχει λόγω των πενιχρών διαθέσιμων πιστώσεων. Τη στιγμή που έχει επέλθει η εξαχρείωση των εκπαιδευτικών, λόγω των μισθών πείνας και της αγωνίας επιβίωσής τους.

  Ωστόσο, εμείς, ως Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Π.Ε.Α,  έχουμε να παρατηρήσουμε τα παρακάτω, επισημαίνοντας πως η δίκαιη αγανάκτηση και δυσαρέσκεια των γονέων που χρυσοπληρώνουν την εκπαίδευση των παιδιών τους, σε  καθεστώς «δημόσιας και δωρεάν παιδείας», χρησιμοποιείται για να στοχοποιηθούν οι εκπαιδευτικοί ως αποκλειστικά υπαίτιοι της στρεβλής αυτής κατάστασης, άρα ως εν δυνάμει υποκείμενα αξιολογικής «συμμόρφωσης».


1.      Η ειδική αγωγή, οι εργαζόμενοι σ’ αυτήν (εκπαιδευτικοί, ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό και ειδικό βοηθητικό προσωπικό), οι μαθητές της, όπως και οι δομές της (ειδικά σχολεία α/θμιας και β/θμιας εκπ/σης, Τμήματα Ένταξης, ΚΕΔΔΥ) μοιάζει να απουσιάζουν από το όλο οικοδόμημα

2.      Στο όλο το κείμενο, δεν αναδεικνύεται η τραγική διαφοροποίηση που έχει επέλθει στις ανάγκες, αλλά και στο προφίλ του σημερινού μαθητικού πληθυσμού:
ü  ραγδαία αύξηση των μαθητών με σύνθετες συναισθηματικές, κοινωνικές και γνωστικές ιδιαιτερότητες (εξ αιτίας οικογενειακών, συναισθηματικών, κοινωνικών και οικονομικών δυσχερειών), 
ü  ραγδαία αύξηση των διαταραχών ανάπτυξης (αυτισμός, νοητική υστέρηση, ψυχιατρικές παθήσεις),
ü  ραγδαία αύξηση των κοινωνικών διαταραχών (διαταραχές συμπεριφοράς, σχολική και κοινωνική βία, εγκατάλειψη, παραμέληση και κακοποίηση παιδιών),
που επιβάλλουν άλλου, πλέον, τύπου δεξιότητες και επιμόρφωση από τους εκπαιδευτικούς, τη σχολική μονάδα, τους σχολικούς συμβούλους και άλλα διοικητικά και οργανωτικά μέτρα από την κεντρική, περιφερειακή και τοπική διοίκηση. Το «σύστημα» πρέπει να ανταποκριθεί, κατ’ αρχάς, στη δημιουργία ενός επαρκώς καλού κλίματος μέσα στην τάξη και στη σχολική κοινότητα εν γένει (σχολική μονάδα και συλλόγους γονέων), με ενσωμάτωση όλων των μαθητών (κοινωνικά μειονεκτούντων, ΑμεΑ ή με άλλες διαταραχές), και μετ’ έπειτα στις απαιτήσεις μαθησιακής προόδου των παιδιών.

3.      Στο όλο «οικοδόμημα» δεν διευκρινίζεται με ποιο τρόπο θα αξιολογηθεί το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, καθώς με τις εκάστοτε πολιτικές του (ή/και κυρίως, με την απουσία εθνικής στρατηγικής) έχει οδηγήσει την Παιδεία στην σημερινή κατάσταση (απουσία εθνικής στρατηγικής για την παιδεία, ακαταλληλότητα διδακτέας ύλης, σχολική νομοθεσία, επιμόρφωση, επιλογή υψηλόβαθμων στελεχών της εκπαίδευσης –και, κυρίως, «συμβούλων»-, σε επίπεδο κεντρικής, περιφερειακής και τοπικής διοίκησης, κ.α.).

4.      Στο όλο εγχείρημα δεν διασφαλίζεται η «ποιότητα» των αξιολογούντων, σε κάθε ιεραρχική βαθμίδα του οικοδομήματος (παρ’ όλα τα σεμινάρια αξιολόγησης που θα παρακολουθήσουν), ούτε υπάρχει πρόβλεψη για την περίπτωση «άνομων» συνδιαλλαγών.

5.      Στην όλη διαδικασία δεν αναφέρονται οι τυχόν επιπτώσεις από την «μη τήρηση της νομιμότητας» από τους διάφορους υπηρεσιακούς παράγοντες και από ποιον ελέγχεται αυτή η διαδικασία.

6.      Επίσης, η αξιολόγηση βασίζεται κατά πολύ στην «αυτοαξιολόγηση». Κάποιες δικλείδες ασφαλείας για την αντικειμενικότητα των «προσόντων» που θα στοιχειοθετήσουν το portfolio των αξιολογουμένων προσώπων και φορέων υπάρχουν (σεμινάρια- ημερίδες από εγκεκριμένους φορείς, δημοσιεύσεις μετά από κρίση), αλλά επί της ουσίας δεν διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και η ισονομία, θέτοντας σαφή κριτήρια: π.χ. συγγραφικό έργο: το ίδιο θα προσμετρούνται οι προσωπικές εκδόσεις και το ίδιο αυτές από εκδοτικούς οίκους ή τα σχολικά βιβλία; Η διενέργεια ή η παρακολούθηση ημερίδων ή και συνεδρίων, όπως και οι διάφορες εκπαιδευτικές δράσεις θα μοριοδοτούνται από το πλήθος τους ή από την ποιότητά τους (και πως αυτή θα ελέγχεται;) και την αξιοποίηση-αντίκτυπό τους στην εκπαιδευτική πράξη;

7.      Η διαφοροποίηση μεταξύ των βαθμίδων αξιολόγησης «πολύ καλά» και «εξαιρετικά» (που θα κάνουν και τη βαθμολογική-μισθολογική διαφορά) είναι ασαφέστατη, με αποτέλεσμα οι «ημέτεροι» να βρεθούν όλοι εξαιρετικοί.

8.      Τέλος, υπάρχουν ερωτήσεις-τομείς «επαλήθευσης» των κατατεθειμένων στοιχείων από αξιολογητές και αξιολογούμενους, είτε πρόκειται για τη δόμηση του portfolio, είτε για τη «βαθμολόγηση» ενός αξιολογουμένου;

Αξιότιμε κε Υπουργέ,

 η «αξιοποίηση-μεταστροφή προς ίδιον όφελος» των θεσμών, των νόμων και των ευκαιριών αποτελεί συνήθη πρακτική σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Πόσο μάλλον όταν από την προτεινόμενη αξιολόγηση θα εξαρτάται η μισθολογική ανέλιξη ενός υπαλλήλου (βλ. νέο βαθμολόγιο-μισθολόγιο). Η οποιαδήποτε αξιολόγηση θα γίνει εργαλείο «χειραγώγησης» και πελατειακών-συντεχνιακών συνδιαλλαγών, αν δεν διασφαλίζει την ακρίβεια και την ποιότητα των «προσόντων», «πρακτικών», «γνώσεων» και των κατατεθειμένων στοιχείων στα portfolio.
     
 Η βελτίωση του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου δεν υπηρετείται με την υιοθέτηση συστήματος εσωτερικής αξιολόγησης με ιεραρχική πυραμιδική δόμηση, το οποίο θα έχει στόχο τη χειραγώγηση του εκπαιδευτικού με την έννοια του αποδιοπομπαίου τράγου.

Ούτε μπορεί η εκπαιδευτική κοινότητα να αποκτήσει «κουλτούρα» αξιολόγησης, όταν η επαγγελματική επιβίωση σ έναν τόσο ευαίσθητο χώρο θα στηρίζεται  σ αμφιλεγόμενες μεθόδους επαγγελματικής αναρρίχησης, στο ξέφρενο κυνηγητό στόχων και στον άκρατο ανταγωνισμό,  οποίος θα συνθλίψει την όποια αναγκαία συμμετοχικότητα και συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών.

Πλείστοι όσοι παράγοντες, κοινωνικοί-οικονομικοί-πολιτισμικοί-γεωγραφικοί, επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία, η οποία έχει δυναμικό χαρακτήρα και τα κριτήρια της δεν είναι μετρήσιμα και αντικειμενικά.   Ως εκ τούτου πολύ δύσκολα μπορεί να διασπαστεί και να μετρηθεί, πολύ δε περισσότερο να συνδεθεί με το μισθό –βαθμό και την ενδεχόμενη απόλυση του εκπαιδευτικού, ο οποίος, δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι «…ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου».

 
Για το Δ.Σ

  
Ο Πρόεδρος         Η Γ. Γραμματέας  

    


Βούγιας Βασίλης   Κατσούλη Παν.